- προσποιήσαιτ'
- προσποιήσαιτο , προσποιέωmake over toaor opt mid 3rd sgπροσποιήσαιτο , προσποιέωmake over toaor opt mid 3rd sgπροσποιήσαιτε , προσποιέωmake over toaor opt act 2nd plπροσποιήσαιτε , προσποιέωmake over toaor opt act 2nd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.